«Koρίτσι ξένο σαν ίσκιος πλανιέται μονάχο στη γη» τραγουδούσε η Χασκήλ το 1948 και η λαϊκή μουσική θαρρείς ανακάλυπτε τον συμβολισμό, σεινάμενη κουνάμενη σε ένα χαλαρό μπεγκίν, και θεωρούσαν το τραγούδι υπαινικτικό και βαθύ.
Είχαν τελειώσει οι γαλάζιοι άγγελοι με τα καψαλισμένα φτερά του μεσοπολέμου, οι λασπωμένες σερπαντίνες στο πεζοδρόμιο την επαύριο μιας τρελής αποκρηάς. Πεταλούδες της νύχτας, σου τάζω γάμο και σε παρατάω αποπλανημένη, πάρε κεζάπι και ακουαφόρτε στα μούτρα, δειλέ, εποχές χωρίς πλαστικές. Τώρα, γεννιέται ο Λιτλ Ρίτσαρντ, αδέξιος, κοντούλης, διαολάκος, χωρίς απογόνους, με μόνον θετό εγγονό του τον Ριχάρδο που διατηρεί εκατό υποθηκοφυλακεία στην χώρα μας και οι Έλληνες μαθαίνουν τις διευθύνσεις τους στα παρακάναλα.
Νεγράκια που στίλβουν στο μπριόλ, επιμελώς μπανιαρισμένα, ο Μικρός ρολάρει στο πιάνο με τα παπούτσια, με το ποντικίσιο μουστακάκι, με το μάτι ανήσυχο μπας και τον λυντσάρουν. Έρχεται το ροκ, αρχικά ως εξέλιξη νέου χορού, πρώτα με αθώους στίχους, έπειτα τρακέρνουν οι «ακρογιαλιές δειλινά» με το «λάηκ ε ρόλιν στόουνα» και την Ρούμπι Τιούζντη, όχι πάντως την Τιούζντη Γουέλς. Τα αγοράκια θέλουν μούχτι και αθωότητα, τα κορίτσια με τις αλογοουρές και τα ψαράδικα παντελόνια ξέρουν τη μοίρα τους και θέλουν να το γλεντήσουν πριν δεσμευτούν με τον χάχα τους. Στο βάθος του πάλκου, με βέργα νέον, το γνωμικό είναι απλό και βίαιο : όλες γαμιένται, πουλήστε ουμανισμό και προσοχή στους μπατανάδες, διότι μπορεί να γκαστρωθούν.
Το ροκ γεννιέται μαζί με την νοσταλγία του. Γίνεται αναπόσπαστο μέλος της μουσικής βιομηχανίας και της τρόικας που επιβάλει σιγή ασυρμάτου στα σαρανταπεντάρια. Σήμερα, οι ογδοντάρηδες το έχουν ξεχάσει, επειδή οι ροκάδες δεν φτάνουν εύκολα σε τέτοιες ηλικίες, παρεκτός και μήδισαν παρέα με τον Ρήγκαν.
Πενήντα χρόνια, το ροκ νοσταλγεί. Το ρομαντικό σπλήν κράτησε λιγότερο, οι προραφαηλίτες λιγότερο.Και δεν είχε πασαβιόλες, βιόλες ντι γκάμπα, ενώς οι ηλεκτρικές κιθάρες ήταν φερετζές για τους ενισχυτές. Ήταν εποχές γαμουθεντοβιόλικες, έξαψης και άμαθων που ανακάλυψαν το σεξ που εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσεν.
Και το όνομα «Στέφανος» κυρίαρχο στην ροδαλί λογοτεχνία, με θεληματικό πηγούνι και κάθετη ρυτίδα στο μάγουλο, μόνον που ξέρει να στροβιλίζει την Αν Μάργκαρετ με τα μπλέ σουέτ παπούτσια.