Παλιότερα λέγαμε διαδικτυακή ζωή και πραγματική ζωή, ως δυο διαφορετικά, ενίοτε και αντίθετα πράγματα. Ίσως ακόμα το λέμε καμιά φορά. Όμως η αλήθεια είναι πως τα όρια του πραγματικού και του διαδικτυακού έχουν καιρό τώρα γίνει ασαφή έως δυσκολοδιάκριτα. Όσον αφορά τη ζωή. Αλλά και το θάνατο.
Μέσα στα social media γνωρίσαμε ανθρώπους που δεν μας έφερε κοντά ούτε η παιδική ηλικία, ούτε η δουλειά, ούτε τα παιδιά, ούτε οι κοινές δραστηριότητες, όπως συνήθως συμβαίνει με τις κοινωνικές μας σχέσεις. Μας έφερε κοντά η αυθεντική συμπάθεια μεταξύ προφίλ. Η συμπάθεια που δημιουργήθηκε από την έκθεση σε αυτά των απόψεών μας, των σκέψεών μας , των εμπειριών μας και των φωτογραφιών μας ακόμη. Και μετά όλο αυτό βγήκε από το cyber και έγινε real. ‘Η έμεινε cyber χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν λιγότερο real. Ενίοτε, άνθρωποι που γνωρίζαμε στην πραγματική ζωή μας έγιναν πολύ πιο γνώριμοι και αγαπητοί μέσα από τοα social, ενώ άλλες τόσες φορές έγινε το αντίθετο. Μια νέα μορφή σχέσης δημιουργήθηκε, μια μορφή σχέσης που μας δίνει πραγματική χαρά και πραγματική λύπη, πραγματική συγκίνηση και πραγματικό θυμό, καμιά φορά και πραγματική αγάπη.
Και μετά, αναπόφευκτα, κάποιοι φίλοι πέθαναν. Το σώμα τους έπαψε να ζει και το προφίλ τους σίγησε. Κι ενώ η απουσία του σώματός τους μπορεί να μην μας αφορά, γιατί δεν το είχαμε δει και αγγίξει, τα προφίλ τους μας λείπουν κι αυτό μας πονάει πραγματικά. Και, παράλληλα, τα προφίλ τους είναι εκεί, όλα αυτά που μας άρεσαν και μας συγκινούσαν είναι εκεί και είναι εκεί και οι συνομιλίες μας, τα σοβαρά και τα αστεία και τα τρυφερά που είπαμε, κι είναι αυτό μια μορφή αθανασίας όχι για λίγους αλλά για όλους.
Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι το ίντερνετ ως επικοινωνία και δικτύωση, με αποκορύφωμα τα κοινωνικά δίκτυα, έχει κάνει περισσότερο καλό παρά κακό στη ζωή μας. Η δημιουργία ενός αποτυπώματος που είναι μια εικόνα μας, περισσότερο ή λιγότερο αντιπροσωπευτική του ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια αλλά πάντως εντελώς πραγματική, είναι ένα από αυτά. Η δυνατότητα να εκφράσουμε την θλίψη και το πένθος μας σε έναν φίλο που σίγησε το προφίλ του για πάντα, επίσης. Μια κηδεία όπου εκτός από συγγενείς και φίλους και συναδέλφους παρευρίσκονται και άνθρωποι που ο εκλιπών άγγιξε με την διαδικτυακή του παρουσία, τόσο ώστε να θέλουν να τον αποχαιρετήσουν από κοντά ακόμα κι αν ποτέ δεν τον συνάντησαν, έχει κάτι το ποιητικό. Έχει κάτι το συνταρακτικό.
Το ζήσαμε πριν λίγα χρόνια κάποιοι όταν πέθανε o Πάνος Οικονόμου, «ένας άνθρωπος που απέδειξε με κάθε τρόπο που φαντάζεται ο νους, πως αγαπάς το Άλλο, τι θα πει οργανικότητα και συμμετοχή σε μια κοινότητα ετερόκλητη, τι θα πει συμμερίζομαι και συνδέομαι, συναισθάνομαι και αντιλαμβάνομαι, συμπονώ και συμπάσχω, τι θα πει καταλύω αποστάσεις και υπερβαίνω αντιλήψεις προκειμένου να κατανοήσω, τι θα πει συνδιαλέγομαι και συγκροτώ αυτό το παράξενο και άμορφο σώμα των λέξεων που ανταλλάσουμε και στο οποίο όλοι ανήκουμε, διδάσκοντας μας με αστείρευτο χιούμορ και ταπεινότητα ότι η ενεργή συνύπαρξη ξεκινά από αυτή εδώ τη συμμετοχή, από την οργανικότητα του Σώματος που ο θάνατος του ακρωτηρίασε, και πως το ήθος είναι μια υπόθεση όλων μας» όπως έγραψε ο mao. H κηδεία του, όπου υπήρχε «τέτοιας ποιότητας σιωπή και τόσης αλήθειας πόνος» είχε αυτό το ποιητικό και συνταρακτικό για το οποίο προσπαθώ να μιλήσω.
Πρόσφατα πέθανε η Βασιλική Δήμου, ηθοποιός, συγγραφέας, αγαπημένη φίλη και σύντροφος, και ένα πολύ ιδιαίτερο, καλλιτεχνικό, τολμηρό, επιδραστικό προφίλ, ένα προφίλ όπου έγραφε κείμενα εκπληκτικής ομορφιάς και αλήθειας, ένα προφίλ – περφόρμανς. Μέσα στο facebook εκφράστηκε η θλίψη και το πένθος των φίλων και του συντρόφου της, μέσα το messenger ανταλλάχτηκαν μηνύματα συμπαράστασης, μέσα από το cyber ένα βαθειά συγκινητικό και αληθινό και βαθύ πράγμα συντελέστηκε, το διαδικτυακό χωριό πένθησε όπως τα πραγματικά χωριά κάποτε, σε μια πόλη που αυτό έχει προ πολλού χαθεί. Στην κηδεία της συναντηθήκαμε για πρώτη φορά άνθρωποι που γνωριστήκαμε πρώτα διαδικτυακά και αγκαλιαστήκαμε και κλάψαμε και μοιραστήκαμε αναμνήσεις και σκέψεις.
Ίσως είναι νωρίς για αποτιμήσεις αλλά η γενιά μας ζει μια τεράστια, ανατρεπτική αλλαγή σε αυτό που λέμε σχέσεις, σε αυτό που θεωρούμε πραγματικό, σε μια απίστευτα δυναμική δυνατότητα επικοινωνίας, αλληλεπίδρασης, έκφρασης, δημιουργίας. Και μέσα σε όλο αυτό, ο ίδιος ο θάνατος αλλάζει, ο τρόπος που τον βιώνουμε αλλάζει, τα ήθη κι έθιμα που σχετίζονται με αυτό αλλάζουν, η έννοια της κοινότητας που στηρίζει τους πιο κοντινούς ανθρώπους στο πένθος τους και που έχει κάπως χαθεί στην σύγχρονη κοινωνία, κάπως ξαναδημιουργείται.
Ο πόνος είναι πάντα πόνος, η απώλεια είναι πάντα απώλεια, αλλά γίνεται κάπως πιο υποφερτή όταν την μοιράζεσαι.