Από το παράθυρο μου στον 5ο όροφο βλέπω τη λίμνη. Φώτα σκορπισμένα εδώ κι εκεί. Καμμία κίνηση. 3:00 το πρωί. Είμαι ξάγρυπνη. Με αναστάτωσε αυτό που είδα αναρτημένο το πρωί στο ισόγειο της πολυκατοικίας. Οι ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων αποφάσισαν να τα πουλήσουν σε μια κολοσσό εταιρεία ακινήτων το κτίριο. Η εταιρεία τούς προσφέρει για την αγορά των διαμερισμάτων τους τιμή διπλάσια από αυτή που αγόρασαν τα διαμερίσματά τους ή την τιμή της τρέχουσας αγοράς τους. Σύνηθες φαινόμενο στις μέρες μας το gentrification με τα φτωχά ελληνικά μου θα το μετέφραζα εξευγενισμός-. Όσο η ψαλίδα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς μεγαλώνει, τόσο περισσότερο σε αστικά κέντρα, όπως το Σικάγο που συμβαίνει να μένω, οι μικροαστικές γειτονιές αλλάζουν και μεταμορφώνονται σε γειτονιές για πλουσίους. Τι παιχνίδι να παίζει άραγε αυτός ο πατέρας μου;
Το είχα χαρεί τόσο αυτό το διαμέρισμα. Να ανοίγεις τα μάτια σου και να βλέπεις τη λίμνη σε απόσταση 500 ποδιών (feet). To μόνο που δεν μου καλοάρεσε ήταν ότι ο πατέρας μου έβαλε διαχειριστή τον φίλο του τον Τόνυ (ελληνοαμερικανός 3ης γενιάς) αντί για τη μάνα μου. Φυσικά, οι γονείς μου είναι χωρισμένοι από το 1991. Όμως πάντα είχαν μια καλή σχέση. Πιο πολύ εμπιστεύεται έναν ξένο από τη μητέρα των παιδιών του για τα studios που αγόρασε για μένα και τον αδελφό μου -είμαστε σε απόσταση 3 στάσεων του L, του μετρό του Σικάγου. Η άλλη ερώτηση είναι πού τα βρήκε ο γέρος τόσα λεφτά;
Στο διαζύγιο, η μάνα μου, ως το αδύνατο οικονομικά μέλος του ζευγαριού, πήρε όλη σχεδόν την κοινή κινητή και ακίνητη περιουσία. Ο πατέρας μου πλήρωνε διατροφή για μένα και τον αδελφό μου που και με σημερινά δεδομένα δεν ήταν ευκαταφρόνητη. Τι έγινε και πλούτισε μέσα σε 15 χρόνια που μεσολάβησαν από το διαζύγιο με τη μάνα μου και την επιστροφή του στον τόπο καταγωγής του; Το άλλο που ξέρω είναι ότι η Ελλάδα όπου μένει εδώ και 10 χρόνια είναι σε άθλια οικονομική κρίση. 10 χρόνια, ο μισθός του σαν καθηγητή στο τεχνικό πανεπιστήμιο της Αθήνας είναι κάτω από το μισθό του επίπεδου φτώχειας στις ΗΠΑ -18.000 δολάρια το χρόνο- Είναι στ’ αλήθεια πιστευτή η ιστορία που μου είπε; Πως δήθεν έκανε συμφωνία με έναν ελληνοαμερικανό φίλο του και πληρώνει αυτός το 80% του ενοικίου με τη δουλειά που κάνει για το φίλο του -είναι μηχανικός και μάλιστα με πείρα και σε πανεπιστήμια και σε μεγάλες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ-. Για να μείνει κανείς σε ένα κτίριο σαν κι αυτό που μένω, δίπλα στην πανέμορφη λίμνη, το ενοίκιο είναι γύρω στα 1200 δολάρια το μήνα. Το υπόλοιπο, που αντιπροσωπεύει τα κοινόχρηστα και τον ΕΝΦΙΑ τον πληρώνουμε εμείς σαν ενοίκιο, συμβολικά. Αλλά τι τον θέλει αυτόν τον Τόνυ; Ποτέ δεν μπορώ να συνεννοηθώ μαζί του. Πάντα αργεί να στείλει ανθρώπους για τις επιδιορθώσεις που χρειάζονται. Πάντα κοιτάει για φτηνές λύσεις. Κι είμαι πεπεισμένη πως «ξαφρίζει» τον πατέρα μου με τους λογαριασμούς που του στέλνει, γιατί ο «γέρος» πληρώνει και τις ζημιές και τις επισκευές στα διαμερίσματα, με την εργασία του για λογαριασμό του ελληνοαμερικανού φίλου του, φυσικά.
Εκείνο που δεν μπορώ να χωνέψω είναι γιατί δεν εμπιστεύτηκε τη μάνα μας με τη διαχείριση των διαμερισμάτων -πληρωμή κοινόχρηστων και φόρων, επισκευές, αγορές για αντικατάσταση φθαρμένων οικιακών συσκευών-. Ναι, η μάνα μου είναι μακριά -μένει στο Ντάλας, όπου μεγαλώσαμε-. Αλλά μάνα είναι θα ανταποκρίνεται πιο γρήγορα στις ανάγκες μας και δεν νομίζει ότι θα «φούσκωνε» τους λογαριασμούς που θα του έστελνε, όπως ο Τόνυ. Είναι και κάτι ακόμη, εδώ. Η μάνα μου είχε μικρή επιχείρηση με δυο άλλες συνεταίρους. Δίδασκαν Αγγλικά για «επιβίωση» σε ξένους που έρχονταν για δουλειές για λίγο διάστημα στις ΗΠΑ. Η επιχείρηση πήγαινε σχετικά καλά αλλά οι δυο άλλες, μ΄όλο που δεν ήταν Αμερικανίδες – η μάνα μου είναι από γέννηση κι όχι από πολιτογράφηση πολίτης των ΗΠΑ- βρήκαν ένα τρόπο να πάρουν στα χέρια τους την επιχείρηση και να την πετάξουν απόξω ύστερα από 20 χρόνια. Μια καλή λύση θα ήταν να μπορούσε η μάνα μου να έρθει στο Σικάγο και να μείνει με τον ένα από τους δυο μας, εμένα ή τον αδελφό μου. Θα πούλαγε το σπίτι της στο Ντάλας και με τα χρήματα που θα κέρδιζε και τη μικρή της σύνταξη από το ΙΚΑ των ΗΠΑ κοντεύει τα 65 – θα ζούσε μια χαρά! Και τώρα ήρθε αυτό με το πούλημα της πολυκατοικίας.
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί είναι τόσο μαλάκες οι γονείς μου, παρά τη μόρφωση τους -όπως ο πατέρας μου, έχει και η μάνα μου μεταπτυχιακά πτυχία, στην Αγγλική Γλώσσα, εκείνη-. Ο πατέρας μου διάλεξε να γυρίσει πίσω στη μιζέρια του τόπου καταγωγής του ενώ είχε καλοπληρωμένες δουλειές στις ΗΠΑ. Η μάνα μου πιάστηκε κορόιδο από δυο Περσίδες που η μητρική τους γλώσσα δεν ήταν η Αγγλική και που ήρθαν στις ΗΠΑ για μεταπτυχιακές σπουδές. Τι να πω;
Κοντεύω τα 40. Αναλογίζομαι τη ζωή μου και με πιάνει απελπισία. Κληρονομήσαμε κι εγώ κι ο αδελφός μου από τη μάνα μας μανιοκατάθλιψη. Όταν «καβαλάμε το καλάμι» (When we are in our manic stage), κάνουμε του κόσμου τις τρέλες. Όταν είμαστε στις μαύρες μας (When we are in our depressive stage), μας κατακλύζουν αυτοκτονικές σκέψεις. Δεν μετριούνται οι φορές που αποπειράθηκα και γλύτωσα. Τι τα θέλανε τα παιδιά -δηλαδή, εμένα και τον αδελφό μου- αυτοί οι δυο μαλάκες;
Προσπαθώ να καταλάβω πολλά «γιατί σ΄εμένα»; Ο πατέρας μου ήταν πάντα καλοπληρωμένος στις δουλειές του σαν μηχανικός. Μέναμε σε αστικά προάστια, ωραία σπίτια, ζούσαμε καλά, που λένε. Ακόμη και μετά το διαζύγιο, τα πράγματα δεν ήταν άσχημα. Ο πατέρας μου πλήρωνε ένα σεβαστό ποσό διατροφής που κάλυπτε τις ανάγκες μας, και της μάνας μου, φυσικά, που δεν δούλευε. Η μάνα μου μπαινοέβγαινε σε ψυχιατρικά νοσοκομεία και τότε ή πηγαίναμε να μείνουμε με τον πατέρα μου ή οι κοινωνικές υπηρεσίες -η μάνα μου δεν δούλευε και δεν είχε εισόδημα- φρόντιζαν να έχουμε κάποιον ή κάποια να μας «κάνει» στο σπίτι καθαριότητα, μαγείρεμα και άλλες σπιτικές δουλειές. Όταν μας έπαιρνε ο πατέρας μου, αν η μάνα μας ήταν στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, τα Σαββατοκύριακα και μέρος των διακοπών των Χριστουγέννων και του καλοκαιριού, καλοπερνούσαμε. Μας είχε πάει να δούμε τη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον και τον αμερικάνικο νότο (Αλαμπάμα, Μισισιπή). Ποτέ μου δεν κατάλαβα αυτόν τον άνθρωπο. Ξέρω μονάχα πως με βοήθησε πολύ να αποκτήσω μια καλή συνήθεια, το διάβασμα, και να πολιτικοποιηθώ σε ηλικία που οι συνομήλικοι και συνομήλικες μου δεν ήταν Πρόεδρος των ΗΠΑ και, φυσικά, τίποτε για τον υπόλοιπο κόσμο. Κάναμε αρκετά ταξίδια στην Ελλάδα, όπου είχαμε συγγενείς που μας λάτρευαν, μια γιαγιά με χρυσή καρδιά, ένα γενναιόδωρο θείο -αδελφό του πατέρα μου- και άλλους θείους θείες και ξαδέλφια -όλοι τους ξαδέλφια του πατέρα μου-. Νάναι καλά, ο άνθρωπος μου στέλνει κι ένα χαρτζιλίκι κάθε μήνα, βρέξει, χιονίσει. Και ξέρω πως ο τόπος του, η Ελλάδα, περνάει τις μαύρες ώρες της.
Συλλογίζομαι. Θυμάμαι που ανέβηκα στη σκηνή στο δημοτικό (δημόσιο) σχολείο του Plano, ένα μεσοαστικό προάστιο του Dallas. Ήμουνα 9 χρόνων. Είχαμε talent show και οι συμμαθητές και συμμαθήτριες μου τραγούδησαν τραγούδια της εποχής μας, π.χ., “Like a virgin” της ανερχόμενης σταρ από το Μichigan. Εγώ φόρεσα την ελληνική τραγιάσκα του πατέρα μου και τραγούδησα στα ελληνικά «τον κυρ Αντώνη που ζούσε στην αυλή με ένα κρεββάτι κι ένα κανάτι και με κρασί πολύ». Πρωτοτυπία, ε; Κάτι από τις «εξωτικές» χώρες για τους καουμπόηδες του Τέξας.
Mε τον πατέρα μου πηγαίναμε κάθε Κυριακή απόγευμα σε μια ομάδα πατεράδων και θυγατέρων της γειτονιάς που λεγότανε Indian Braves and Princesses. Διαλέξαμε (αμερικανο)ινδιανικά ονόματα, Μεγάλη Άρκτος, εκείνος, μικρή άρκτος, εγώ. Λέγαμε ιστορίες, πηγαίναμε εκδρομές, παίζαμε softball. Στα αθλήματα δεν τα κατάφερνα, ομολογώ.
Τέλειωσα τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Austin. Με είχαν πάρει και στο Harvard αλλά τα δίδακτρα ήταν ακριβά, 50.000 δολάρια το χρόνο μόνο για εγγραφή τότε, αλλά δεν μπόρεσα να πάω γιατί δεν είχαμε τόσα λεφτά ούτε ήθελα -τότε- να πάρω σπουδαστικό δάνειο και να το αποπληρώσω, μετά την αποφοίτηση μου. Ο πατέρας μου χρηματοδότησε τις σπουδές μου εξ ολοκλήρου στο Τέξας. Η Νομική στις ΗΠΑ είναι μεταπτυχιακή σχολή, δηλαδή εγγράφεται κανένας πάρει ένα άλλο πτυχίο BS σε ανθρωπιστικές ή κοινωνικές επιστήμες. Θυμάμαι, λίγο πριν τελειώσω, για άσκηση πρακτικής, το δικαστήριο της περιοχής με όρισε να εκπροσωπήσω ένα κοριτσάκι 10 μηνών, που κατά τη γνώμη του γιατρού της περιοχής, είχε «κακοποιηθεί» και η πολιτεία ήθελε να πάρει την κηδεμονία από τους γονείς του, εκείνος Μεξικάνος, εκείνη Αφροαμερικανή. Μίλησα μαζί τους αρκετές φορές και δεν μπορούσα να φανταστώ ότι αυτοί οι γονείς θα έκαναν κακό στο παιδί τους. Ζήτησα από το δικαστήριο τα «πειστήρια του εγκλήματος», μια σειρά από τις φωτογραφίες με τις «κακώσεις». Έστειλα ένα αντίγραφο από τις φωτογραφίες σε ένα από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας στη Bethesda, πολιτεία του στην Maryland -εδώ εκλέγονταν βουλευτής και στη συνέχεια γερουσιαστής κι ο αντιπρόεδρος του Νίξον, Spyro Agnew, ελληνικής καταγωγής κατά τα λεγόμενα-. Ήρθε η απάντηση με την πιστοποίηση ότι πρόκειται για δερματική πάθηση κι όχι για κακώσεις. Παρουσίασα τα πειστήρια μου στο δικαστήριο και κέρδισα την πρώτη και μοναδική μου δική μου. Η Άγγλο-λευκή εισαγγελέας που απήγγειλε την κατηγορία κατά του ζευγαριού φρίκιασε. Θυμάμαι πως όταν συναντηθήκαμε μετά τη δίκη με εξύβρισε -you, bitch!- H χαρά του ζευγαριού ήταν απερίγραπτη. Με αγκάλιαζαν και με φίλαγαν όπως έκαναν οι Έλληνες συγγενείς μου, όταν πηγαίναμε ταξίδι στην Ελλάδα.
Εγκαταστάθηκα στο Σικάγο. Δεν ήθελα να γίνω corporate lawyer ούτε να προσληφθώ σε μεγάλη δικηγορική εταιρεία. Άρχισα να δουλεύω pro bonus για υποθέσεις ανθρώπων που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Εκεί είδα και το άλλο παιχνίδι που παίζονταν. Υπήρχαν συνάδελφοι δικηγόροι που είχαν επάγγελμα την εκπροσώπηση τέτοιων ανθρώπων που δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν για δικηγόρο. Η πολιτεία όριζε την υπεράσπιση τους. Ήταν μια συναλλαγή δικαστών και δικηγόρων. Ο δικαστής όριζε κατ΄αποκοπή ένα γνωστό του δικηγόρο για 100 τέτοιες υποθέσεις. Τα χρήματα που πλήρωνε η πολιτεία για κάθε υπόθεση ήταν μηδαμινά. Αλλά αν σου δίνανε 100 τέτοιες υποθέσεις το μήνα είχες ένα καλό εισόδημα. Φυσικά, δεν είχες χρόνο για μια από αυτές τις υποθέσεις και η υπεράσπιση ήταν εικονική.
Ένα χρόνο μετά την εγκατάσταση μου στο Σικάγο, άρχισα να έχω σοβαρά επεισόδια μανιοκατάθλιψης. Παράτησα τη δικηγορία κι ασχολούμαι με το γράψιμο άρθρων σε εκλαϊκευμένα νομικά περιοδικά -υπάρχουν και τέτοια στις ΗΠΑ- για τους μικροαστούς που θέλουν να ξέρουν και πέντε πράγματα για το νόμο, τους λειτουργούς της δικαιοσύνης, κλπ. Κοιμάμαι τη μέρα και «ζω» τη νύχτα στη μικρή γαρσονιέρα που μου αγόρασε ο πατέρας μου με το εφάπαξ της σύνταξης του.
Ξεκίνησα τη ζωή μου σαν Katerina (ελληνικό όνομα), στο γυμνάσιο το έκανα Kate (αγγλικό) και εδώ και δυο χρόνια άλλαξα πάλι σε Kat που προφέρεται όπως το αγγλικό cat.