Ας κρατήσουν την ωδή
26-10-2020

Η σχέση του Διονύση Σαββόπουλου με την Ελληνική Επανάσταση κρατάει από το 1969. Τότε, προκειμένου να αποφύγει τη λογοκρισία, τιτλοφόρησε το τραγούδι που είχε γράψει για τον Τσε Γκεβάρα «Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη». Η χουντική λογοκρισία δεν μπορούσε φυσικά να κόψει ένα τραγούδι αφιερωμένο στον γιο της καλόγριας, παρά τους κρυπτικούς στίχους που θα μπορούσαν να θεωρηθούν και κριτική στην καπηλεία του ‘21 από τη δικτατορία.

Από την πρώτη στιγμή λοιπόν που έμαθα για το επετειακό βιντεοκλίπ για τα 200 χρόνια της Επανάστασης με το «Ας κρατήσουν οι χοροί», ήρθε η «Ωδή» στο μυαλό μου. Όταν μάλιστα το είδα κιόλας, διαπίστωσα ότι, αν η σκηνοθεσία του βίντεο εικονογραφεί σε πολλά σημεία τελείως κυριολεκτικά τον καλαματιανό του Σαββόπουλου (η Λυδία όντως ντρέπεται και ένα ζευγάρι ποζάρει χαμογελαστό για να φωτογραφηθεί -ευτυχώς δεν εμφανίστηκε και καμία πολαρόιντ), τότε οι στίχοι της «Ωδής στον Γεώργιο Καραϊσκάκη» αποτελούν το καλύτερο σχόλιο για αυτό που είδαμε στις οθόνες μας. Εξάλλου, το έργο του Σαββόπουλου είναι τόσο σπουδαίο που μας δίνει το ίδιο τους στίχους και τις εικόνες για να του ασκηθεί η πιο ευθύβολη κριτική.

Όλα είναι εδώ, εδώ υπάρχουν όλα· η οθόνη που βουλιάζει, το πλήθος που σαλεύει, οι εικόνες που ξεχύνονται μεμιάς, οι προβολείς που μας στραβώνουν, οι πομπές που ξεκινούνε· κι ακόμη, οι αντένες, τα μεγάφωνα και οι ασύρματοι -ή έστω τα εκσυγχρονισμένα τους αντίστοιχα- μιας γης χτυπημένης και πάλι, με χίλιους δυο τρόπους.

Κι αν δεν υπάρχουν οι σκλάβες, τα πλήθη που τραγουδούν εν χορώ δεν απέχουν και πολύ από το να ουρλιάζουν, καθώς ηχούνε όχι καμπάνες, αλλά νταούλια, όλα τα πνευστά του κόσμου, ντουφεκιές και κανονιοβολισμοί. Κι όλα αυτά ώστε αυτός ο ύμνος της μικρής ιδιωτικής κοινότητας, του οικογενειακού γλεντιού και του «τελικά εμείς οι Έλληνες κάπως την βρίσκουμε την άκρη», να τραντάξει τον ναό των μεγάλων, μαζικών θεαμάτων, φιλοδοξώντας, όπως έχει ήδη γραφτεί, να μετατραπεί σε νέο εθνικό ύμνο.

Μέσα σε όλα αυτά, οι οπλαρχηγοί του ‘21, που εμφανίζονται σαν ψηφιακό κορεό στις κερκίδες του Καλλιμάρμαρου περίπου στο μέσο του βίντεο, πράγματι κολυμπούν ολόισια στον θάνατο -του νοήματος και της ιστορίας. Πράγματι νανουρίζονται στη μνήμη μας για να αναληφθούν έπειτα στους βασιλιάδες τ’ ουρανού, μακριά από οποιαδήποτε απόπειρα να τους καταλάβουμε και να συνδιαλεχτούμε μαζί τους.

Κι εμείς -ή έστω εγώ- μπροστά σε όλο αυτό το συσκοτιστικό λαμπερό υπερθέαμα αναρωτιόμαστε ποιοι είμαστε, πού πάμε και ποια διάολο είναι η θέση μας εδώ πέρα.

 

Παρανάγνωση και αυθαίρετη ερμηνεία θα μου πείτε. Γιατί, η πρόεδρος της επιτροπής τι έκανε αιτιολογώντας την επιλογή του «Ας κρατήσουν οι χοροί»;